We’ve updated our Terms of Use to reflect our new entity name and address. You can review the changes here.
We’ve updated our Terms of Use. You can review the changes here.

Μ​ε​τ​ά το Μ​ε​γ​ά​λ​ο Μ​π​α​μ

by Αχιλλέας Μωραΐτης

/
1.
Ήταν ένας γάτος Από μεγάλη ράτσα Τι κι αν δεν του φαινότανε Ήταν μεγάλη φάτσα Είχε μία γούνα Που κατοικούσαν ψύλλοι Μία ζωή τους έσερνε Μοναδικοί του φίλοι Αυτός κορδοπερπάταγε Κι αυτοί του πίναν αίμα Και ίσα που χαμπάριαζε Πως ζούσε μες στο ψέμα Κόρνες τον απειλήσανε Και γαλλικοί σουγιάδες Μα οι ψύλλοι στέκονταν εκεί Σαν τους μαχαραγιάδες Τότε όλους τους βαρέθηκε Κι είπε να καθαρίσει Στο κάρμα και στη γούνα του Την πλάτη να γυρίσει Πήγε λοιπόν παντρεύτηκε Μία γαλανομάτα Αυτή τη γούνα τού 'καψε Μα μίλαγε σταράτα Να βάλεις μπότες γάτε μου Να βρεις δουλειά να πιάσεις Να είσαι του συστήματος Ποτέ να μην μ' αδειάσεις Αυτά η γάτα έλεγε Και άκουγε ο γάτος Μέχρι που η βίδα τού 'στριψε Κι έγινε φευγάτος Ούτε τους ψύλλους ήθελε Ούτε τη φαμελιά του Ο γάτος αποφάσισε Να βρει τα όνειρά του Την κοροϊδία μίσησε Είχε πολλές εκφάνσεις Μα εύκολο δεν ήτανε Όσο κι αν θες ν' αγιάσεις
2.
Ήταν κοπέλα όμορφη Κείνα τα χρόνια τα παλιά η Αμφιτρίτη Πέρα απ' του κόσμου τ' ανοιχτά Σε τράβαγε πουλί πιασμένο απ'τη μύτη Τα πέλαγα αρμένιζες Λησμονημένα κύματα για να περάσεις Με το κρασί και το φιλί Τα κάστρα γκρέμιζες κοντά της για να φτάσεις Έσπρωχν' ο Μπάτης στη στεριά Άλαλα όνειρα, λευκά σαν τους αγγέλους Νερό στο διάβα και κλωστή Μην ξεστρατίσεις μη χαθείς μες στους ανέμους Ο Γιάννος πέρα στη γωνιά Με κάρβουνο έγραφε απ' τα μάτια τα δικά σου Για δράκους και για εμπόδια Που πήγαν να σε σώσουν απ' τον έρωτά σου Μα πάλεψες τη χαραυγή Τον ήλιο έκλεισες μέσα στην αγκαλιά σου Τα σωθικά σου τά 'καψε Κι η γαλανή σου έκλεισε τα βλέφαρά σου Την τελευταία σου πνοή Δώρο την έκανες στ' Αρχάγγελου τα χέρια Κι έμεινε εκεί η ζηλευτή Μόνο που να' ξερες πως κράταγε μαχαίρια Ήταν κοπέλα όμορφη Κείνα τα χρόνια τα παλιά η Αμφιτρίτη
3.
Τα λόγια πέσαν πάνω στο χορτάρι Σηκώσανε βουή και στεναγμό Ο κεραυνός μου έκανε τη χάρη Κι έφερε κλάμα απ' τον ουρανό Δεν πρόκειται για κάποια ανταρσία Εκεί που πάω δεν δικάζω εγώ Μόνο δεν θέλω αυτή την αδικία Μήτε με νοιάζει αν θα αποφανώ Τα χρόνια κι οι καιροί φέρνουν αλμύρα Που κατατρώει τα χαλκώματα Αλόγατα τα βάζουν με τη μοίρα Του Άδη ρίχνουν την κερκόπορτα Από το χώμα βγαίνουν παληκάρια Που σεργιανάνε στις ακρογιαλιές Ζητάνε πίσω τα χαμένα βράδια Ζητάνε πίσω χάδια κι αγκαλιές Ήταν ο Μάρτης Πέμπτη και τριάντα Που άλλαξαν όλα τα χρώματα Κάλλιο που λες να μού βγαιναν τα μάτια Παρά να δω τα μαύρα σώματα Σκορπάω λόγια πάνω στο χορτάρι Στ' αλφαβητάρι γράφω δυο ευχές Πίσω να'ρθεις θλιμμένο παληκάρι Να μου στεγνώσεις τις λαβωματιές Τα λόγια που πυρώσαν το μαράζι Βαριές κουβέντες σήκωσαν καιρό Να'σαι καλά το μόνο που με νοιάζει Και να το ξέρεις πως σε καρτερώ Λυγμοί και ποιητές κρατούν δοξάρι Στην Αλαγία κάνουν φονικό Απείραχτους κρατάνε τους αθώους Και να σκοτώσουν πάνε το θεριό Τα λόγια πέσαν πάνω στο χορτάρι Σηκώσανε βουή και στεναγμό Ο κεραυνός μου έκανε τη χάρη Κι έφερε κλάμα απ'τον ουρανό
4.
Κυκλοφορεί ολομόναχος στους δρόμους της Αθήνας Άφησε την πατρίδα του, κρυφά, για ξένη γη Τα λιγοστά του όνειρα, τον φέραν κάποια μέρα Και η μοίρα του ξημέρωμα, δειλά τον οδηγεί Τον βλέπεις τα χαράματα σε κάποιο σταυροδρόμι Μ' ένα πικρό χαμόγελο όλο να καρτερεί Τα οχήματα που σταματούν στα κόκκινα φανάρια Με γρήγορο καθάρισμα, κάτι να προσδοκεί Στα ίχνη των δακρύων του, κρύβει μια νοσταλγία Σεπτέμβριο στον τόπο του ανθίζουν οι λωτοί Βαστά μακριά τη σκέψη του από τις αναμνήσεις Και από τη μάννα που άφησε, μια παγωμένη αυγή Τον βλέπεις τ' απογεύματα στην ίδια την πλατία Μπρος στα ψυχρά τα βλέμματα σκυφτός να μη μιλεί Και στα στρωμένα κατά γης, απούλητα παιχνίδια Να του ορίζουν πιο φτηνή τιμή που πρέπει να πωλεί Ο ουρανός συννέφιασε κι ακόμη τριγυρίζει Τα ρούχα του τα φτωχικά εμούσκεψε η βροχή Μα πιο πολύ τον διαπερνά κι απ' τα μεγάλα κρύα Του κόσμου η αδιάφορη ματιά και η αποστροφή Τον βλέπεις τα μεσάνυχτα πάνω στις λεωφόρους πακέτα χαρτομάντηλα να δείχνει σιωπηλά Θεέ εσύ που ήσουνα στον κόσμο μετανάστης Σκύψε και δες για μια στιγμή λίγο πιο χαμηλά
5.
Παγερή σιωπή και σκοτεινιά, απλώθηκε τριγύρω Κι εγώ δε βρίσκω αγκαλιά, τη νύχτα μου να γείρω Έξω απ' το τζάμι το κλειστό, η λύπη με γυρεύει Και μια ρωγμή απ' το γυαλί, να βρει παραμονεύει Χρόνια σβησμένα τ' όνειρο, σαν κάδρο ξεβαμμένο Ό,τι ο πόνος άγγιξε κι αυτό κερί λιωμένο Δεν περιμένω της χαράς το γέλιο, δε θυμάμαι Μονάχα πίκρες, θύμησες έχω για να θυμάμαι Κι αυτός που με αγάπησε, ξέρω, θα μ' αρνηθεί Θα σβήσει αυτά που μοιραστήκαμε η μέρα πριν χαθεί Θα φύγω κάποιο δειλινό, να ξεχαστώ στη λήθη Σύντομο θα 'μουν πέρασμα σε γκρίζο παραμύθι Και θα περνάει ο καιρός κι ο χρόνος θα ξεβάψει Πάνω στο κίτρινο χαρτί τα λόγια που 'χω γράψει Θα λεν' αυτοί που αγάπησα, πως ήμουν στοιχειωμένη Και στην ανέμη της ζωής ήμουν κλωστή σπασμένη Θα λεν' πως είχα πέρασμα απ' της κόλασης το δρόμο Κι είχα του Χάρου το σπαθί για τατουάζ στον ώμο
6.
Έσπασα το πόδι μου πάνω σε μια σκάλα Απόμεινα κουτσός μυαλό δεν έχω στάλα Με έδιωξε η γυναίκα, με πέταξε απ’το σπίτι Κι έμεινα τώρα ο φτωχός να τρέμω σα σπουργίτι Μου’πε πως με βαρέθηκε, πως βρήκε άλλους δέκα Πως είμαι εγώ παλιόγερος κι εκείνη μια μπεμπεκα Μου πήρε και τη γάτα μας, την όμορφη τη Σουζι Και τώρα πάλι μοναχός θα τρώω το καρπούζι Γι’αυτο με την κιθάρα μου, τη φυσαρμόνικά μου Τις μνήμες της διέγραψα και τα πεθερικά μου Και γράφω τραγουδάκια, να λέω με ένα φίλο Κι όσο για το γιατρό, τον έδιωξε ένα μήλο
7.
Άχρωμη είναι ετούτη η νύχτα Με θύμα πρώτο την αλήθεια Του φόβου λέω να γίνει θάρρος Να φύγει απ' την καρδιά το βάρος Μία γυναίκα π' αγαπάει Άγια ευχή που καρτεράει Στην άσπρη πόλη του μυαλού μου Γλυκιά συνήθεια του νου μου Κι όταν πονώ και αμφιβάλλω Γυρεύω του Θεού ρεγάλο Μα δεν μ ακούει για να βγει Γιατί ουρλιάζει το παιδί Το δηλητήριο του φιδιού μας Πύρινη η γλώσσα τ ουρανού μας Φαρμάκι για τριάντα αργύρια Στου πόλεμου τα δικαστήρια Χέρια που δεν γνωρίζουν χάδια Είν' της ζωής μας τα σκοτάδια Γράφουν με τελειωμένα λόγια Και ξεχασμένα ευχολόγια Αν σταματήσουν τα κανόνια Θα ξαναρθούν τα χελιδόνια Και θα στομώσουν τα μαχαίρια Μες στης Ειρήνης τα λημέρια Σύρε να πεις τώρα στη μάνα Πως είχα αγάπη κι ένα τάμα Δρόμο στα σύννεφα ν' ανοίξω Τον ήλιο πίσω να γυρίσω
8.
Κάποτε φίλοι μου καλοί Καράβι εγώ θα γίνω Και κάποιο βράδυ ή πρωί Στο άγνωστο θα φύγω Μ' ένα μαχαίρι δίκοπο Τους κάβους μου θα κόψω Τους σκουριασμένους πόνους μου Μακριά σας να τους διώξω Θα 'χω τα ρούχα μου πανιά Κατάρτια μου τα χέρια Το σώμα μου θα 'χω σκαρί Ναύτες Ήλιο κι Αστέρια Στη μέση εκεί του πουθενά Να βρω τη λύτρωσή μου Η θάλασσα κι η αλμύρα της Να είναι σύντροφοί μου Στην πρώτη φουσκοθαλασσιά Να με χαροφιλήσει Ρούχα, κατάρτια και σκαρί Στο βάθος της να κλείσει Με τον καιρό να ξεχαστώ Κανείς να μη με ψάχνει Καμιά η απουσία μου Καρδιά να μην πικράνει
9.
Λέξεις βουβές, κρυφές ματιές, γεύση απο αλκοόλ και καπνό στον αέρα Άρωμα χθες, πόρνες σκιές και το μυαλό μου δεν πάει παραπέρα Μάτια θαμπά, δυο λόγια απλά στο χαρτί, λιγοστεύει το φως Χαμογελάς, λοξά με κοιτάς και βλέπω μπροστά μου ν' ανοίγει γκρεμός Σκοντάφτει ο ρυθμός, αλλάζει ο καιρός για άλλο ένα βράδυ με παίζεις στα ζάρια Η δική μου η ψυχή που κοντεύει να βγει παραληρεί κρεμασμένη στα εξάρια Τέρμα η δουλειά, γυρίζω βουβά, άδειο το σπίτι, ο γάτος γκρινιάζει Η νύχτα η τσούλα που σέρνεται αργά, με βρίσκει πρωί, πέρα κάπου χαράζει Στης πόλης τον γκρίζο αγριεμένο ρυθμό, σα σκυλί αλυχτάω Για ένα λεπτό σου, για μία στιγμή, στο σκοπό σου διψάω
10.
Μας πνίξαν οι οντότητες Βαριές διασημότητες Στον κόσμο τον μεγάλο Αρχίζω ν΄αμφιβάλλω Έκανα πάντα τουμπεκί Κι ήδη από μικρό παιδί Άρχισα να αμφιβάλλω Στον κόσμο τον μεγάλο Έπαιζα πάντα με σπαθιά Ξύλινα ήτανε κι αυτά Ατρόχιστα ονείρατα Άπιαστα κι απερίγραπτα Μας πνίξαν οι οντότητες Χοίροι και αγριόκοτες Στον κόσμο τον μεγάλο Αρχίζω ν' αμφιβάλλω Έκανα πάντα τον τρελό Τον Αη Μάρκο τον ευγενικό Κι άρχισα ν' αμφιβάλλω Στον κόσμο τον μεγάλο Έπαιζα πάντα με πληγές Τις έντυνα με μουσικές Σαν τα ταμένα ξωτικά Ήρθαν κι έφυγαν κι αυτά Μα μ'απογοητεύσατε Με σας σαν με παντρέψατε Στον κόσμο τον μεγάλο Αρχίζω ν' αμφιβάλλω Βαρέθηκα τους μίζερους Τους ειδικούς εφήμερους Κι άρχισα ν' αμφιβάλλω Στον κόσμο τον μεγάλο Στις δάφνες σας να κάτσετε Καλά να τις μαράνετε Εγώ δεν συμμετέχω Και σαν τρελός θα τρέχω Και μην χτυπάς τον ώμο μου Να φύγεις απ' τον δρόμο μου Δεν θέλω τη γητειά σου Κι αέρα στα πανιά σου
11.
Νύχτες βαριές, μέρες μουντές Δώσε μου φως μου όλου του κόσμου Τις μυστικές χαρές Όρτσα πανί με την αυγή Ψάχνω χαρά μου τα όνειρά μου Που 'σαι μέσα κι εσύ Σαν αργοναύτης θα 'ρθω να σε βρω Σαν ακροβάτης στα χείλη σου εγώ Έλα ξανά σαν ξαστεριά Δείξε το δρόμο, μέσα απ' τον τρόμο Μακριά απ' τη μοναξιά Σε καρτερώ, μέσα σου ζω Μόνο μη σβήσεις και μην αργήσεις Γιατί θα χαθώ

credits

released January 2, 2023

Στίχοι: Σταυριάνα Αντωνιάδου, Αγγελική Ζευγολάτη, Μαρίνος Ρούσσος, Αχιλλέας Μωραΐτης
Μουσική: Αχιλλέας Μωραΐτης

Ακ. κιθάρα, ηλ. κιθάρα, ηλ. μπάσο, φυσαρμόνικα, ακ. πιάνο, Hammond,
βιολί, programming, ενορχήστρωση, παραγωγή, ηχογράφηση, μίξη,
mastering: Αχιλλέας Μωραΐτης

© & ℗ 2023 Αχιλλέας Μωραΐτης

license

all rights reserved

tags

about

Αχιλλέας Μωραΐτης Athens, Greece

Ένας τραγουδοποιός με ροκ επιρροές και καταβολές και πλήθος εμφανίσεων.

contact / help

Contact Αχιλλέας Μωραΐτης

Streaming and
Download help

Redeem code

Report this album or account

If you like Αχιλλέας Μωραΐτης, you may also like: